Anonymous

πενταετής: Difference between revisions

From LSJ
Bailly1_4
(6_7)
(Bailly1_4)
Line 15: Line 15:
{{ls
{{ls
|lstext='''πενταετής''': -ές, ἢ πενταέτης, ες, ὁ ἔχων ἡλικίαν [[πέντε]] ἐτῶν, ἀπὸ πενταετέος ἀρξάμενοι Ἡρόδ. 1. 136· πενταετεῖ ... ἤθει ψυχῆς Πλάτ. Νόμ. 793Ε· ― θηλυκ. πενταετίς, Πλούτ. 2. 844Α. ΙΙ. ἐπὶ χρόνου, ὁ διαρκῶν ἐπὶ [[πέντε]] ἔτη, σπονδαὶ Θουκ. 2. 112· [[χρόνος]] Συλλ. Ἐπιγρ. 2335. 29· ― οὐδέτ. ἐπίρρ. πεντάετες, ἐπὶ [[πέντε]] ἔτη, Ὀδ. Γ. 115, καὶ πενταετῶς, τὸ σιγᾶν πενταετῶς Τζέτζ. Ἱστ. 7. 157.
|lstext='''πενταετής''': -ές, ἢ πενταέτης, ες, ὁ ἔχων ἡλικίαν [[πέντε]] ἐτῶν, ἀπὸ πενταετέος ἀρξάμενοι Ἡρόδ. 1. 136· πενταετεῖ ... ἤθει ψυχῆς Πλάτ. Νόμ. 793Ε· ― θηλυκ. πενταετίς, Πλούτ. 2. 844Α. ΙΙ. ἐπὶ χρόνου, ὁ διαρκῶν ἐπὶ [[πέντε]] ἔτη, σπονδαὶ Θουκ. 2. 112· [[χρόνος]] Συλλ. Ἐπιγρ. 2335. 29· ― οὐδέτ. ἐπίρρ. πεντάετες, ἐπὶ [[πέντε]] ἔτη, Ὀδ. Γ. 115, καὶ πενταετῶς, τὸ σιγᾶν πενταετῶς Τζέτζ. Ἱστ. 7. 157.
}}
{{bailly
|btext=ής, ές :<br /><b>1</b> de cinq ans, âgé de cinq ans;<br /><b>2</b> qui dure cinq ans;<br /><i>adv.</i> • πεντάετες, pendant cinq ans.<br />'''Étymologie:''' [[πέντε]], [[ἔτος]].
}}
}}