Anonymous

σπερμολογικός: Difference between revisions

From LSJ
Bailly1_4
(6_10)
(Bailly1_4)
Line 15: Line 15:
{{ls
{{ls
|lstext='''σπερμολογικός''': -ή, -όν, [[ὅμοιος]] πρὸς σπερμολόγον (ΙΙ), [[ἀνόητος]], τὰ σπ. καὶ περίεργα Πλούτ. 2. 664Α.
|lstext='''σπερμολογικός''': -ή, -όν, [[ὅμοιος]] πρὸς σπερμολόγον (ΙΙ), [[ἀνόητος]], τὰ σπ. καὶ περίεργα Πλούτ. 2. 664Α.
}}
{{bailly
|btext=ή, όν :<br />de parasite, de bouffon.<br />'''Étymologie:''' [[σπερμολόγος]].
}}
}}