Anonymous

πύξινος: Difference between revisions

From LSJ
Bailly1_4
(6_10)
(Bailly1_4)
Line 15: Line 15:
{{ls
{{ls
|lstext='''πύξῐνος''': -η, -ον, ([[πύξος]]) ὁ ἐκ πύξου πεποιημένος, ζυγὸν Ἰλ. Ω. 269· [[ἔπειτα]] κλίνην ἀμφίκολλον πυξίνην Πλάτ. Κωμ. ἐν «Ἑορταῖς» 10, Θεόκρ, 24. 108· π. κτένα Ἀνθ. Π. 6. 211. II. [[κίτρινος]] ὡς τὸ [[ξύλον]] τῆς πύξου, Χαιρεφῶν ὁ π. Εὔπολις ἐν «Πόλεσι» 22, πρβλ. Σχόλ. εἰς Ἀριστοφάν. Σφ. 1408, Φιλόστρ. 483, κτλ.
|lstext='''πύξῐνος''': -η, -ον, ([[πύξος]]) ὁ ἐκ πύξου πεποιημένος, ζυγὸν Ἰλ. Ω. 269· [[ἔπειτα]] κλίνην ἀμφίκολλον πυξίνην Πλάτ. Κωμ. ἐν «Ἑορταῖς» 10, Θεόκρ, 24. 108· π. κτένα Ἀνθ. Π. 6. 211. II. [[κίτρινος]] ὡς τὸ [[ξύλον]] τῆς πύξου, Χαιρεφῶν ὁ π. Εὔπολις ἐν «Πόλεσι» 22, πρβλ. Σχόλ. εἰς Ἀριστοφάν. Σφ. 1408, Φιλόστρ. 483, κτλ.
}}
{{bailly
|btext=η, ον :<br />fait de buis.<br />'''Étymologie:''' [[πύξος]].
}}
}}