Anonymous

συναμιλλάομαι: Difference between revisions

From LSJ
Bailly1_5
(6_5)
(Bailly1_5)
Line 15: Line 15:
{{ls
{{ls
|lstext='''συνᾰμιλλάομαι''': ἀποθ., ἁμιλλῶμαι, ἢ [[ἀγωνίζομαι]] [[ὁμοῦ]], δακρύοις συναμιλλᾶται Εὐρ. Ἡρ. Μαιν. 1205 ([[ἔνθα]] ὁ Ἕρμαν. διορθοῖ δακρύοισιν ἁμιλλᾶται), ἴδε σημ. Paley, Πλούτ. 2. 786Ε.
|lstext='''συνᾰμιλλάομαι''': ἀποθ., ἁμιλλῶμαι, ἢ [[ἀγωνίζομαι]] [[ὁμοῦ]], δακρύοις συναμιλλᾶται Εὐρ. Ἡρ. Μαιν. 1205 ([[ἔνθα]] ὁ Ἕρμαν. διορθοῖ δακρύοισιν ἁμιλλᾶται), ἴδε σημ. Paley, Πλούτ. 2. 786Ε.
}}
{{bailly
|btext=-ῶμαι;<br />lutter ensemble.<br />'''Étymologie:''' [[σύν]], [[ἁμιλλάομαι]].
}}
}}