Anonymous

Ask at the forum if you have an Ancient or Modern Greek query!

πολυκαγκής: Difference between revisions

From LSJ
Bailly1_4
(6_7)
(Bailly1_4)
Line 15: Line 15:
{{ls
{{ls
|lstext='''πολῠκαγκής''': -ές, (κάγκω, [[καίω]]) ὁ πολὺ ξηραίνων, στεγνώνων, [[φλογερός]], δίψαι Ἰλ. Λ. 642· ― [[λίαν]] [[ξηρός]], [[κατάξηρος]], [[χώρα]] Ἀνθ. Π. 9. 678. ― Καθ’ Ἡσύχ.: «πολυκαγκέος· πολυξήρου».
|lstext='''πολῠκαγκής''': -ές, (κάγκω, [[καίω]]) ὁ πολὺ ξηραίνων, στεγνώνων, [[φλογερός]], δίψαι Ἰλ. Λ. 642· ― [[λίαν]] [[ξηρός]], [[κατάξηρος]], [[χώρα]] Ἀνθ. Π. 9. 678. ― Καθ’ Ἡσύχ.: «πολυκαγκέος· πολυξήρου».
}}
{{bailly
|btext=ής, ές :<br />qui dessèche, qui brûle.<br />'''Étymologie:''' [[πολύς]], *κάγκω, c. [[καίω]].
}}
}}