Anonymous

πολυπαθής: Difference between revisions

From LSJ
Bailly1_4
(6_7)
(Bailly1_4)
Line 15: Line 15:
{{ls
{{ls
|lstext='''πολῠπᾰθής''': -ές, (παθεῖν) ὁ ὑποκείμενος εἰς πολλὰ [[πάθη]] ἢ ἐντυπώσεις, Πλούτ. 2. 97Ε· ποιητ., πουλυπαθεῖς τύραννοι, πολλὰ πάσχοντες, εἰς πολλὰς ταραχὰς ὑποκείμενοι, Ἀνθ. Π. 9. 98· ὁ πολλὰ πάσχων ἢ παθών, τοῦ πολυπαθοῦς βίου Γρηγ. Ναζ. 99, 22, κλπ.
|lstext='''πολῠπᾰθής''': -ές, (παθεῖν) ὁ ὑποκείμενος εἰς πολλὰ [[πάθη]] ἢ ἐντυπώσεις, Πλούτ. 2. 97Ε· ποιητ., πουλυπαθεῖς τύραννοι, πολλὰ πάσχοντες, εἰς πολλὰς ταραχὰς ὑποκείμενοι, Ἀνθ. Π. 9. 98· ὁ πολλὰ πάσχων ἢ παθών, τοῦ πολυπαθοῦς βίου Γρηγ. Ναζ. 99, 22, κλπ.
}}
{{bailly
|btext=ής, ές :<br />sujet à beaucoup d’affections <i>ou</i> de maux.<br />'''Étymologie:''' [[πολύς]], [[πάθος]].
}}
}}