3,277,119
edits
(6_7) |
(Bailly1_4) |
||
Line 15: | Line 15: | ||
{{ls | {{ls | ||
|lstext='''πολυστεφής''': -ές, ὁ διὰ πολλῶν στεφάνων κεκοσμημένος, Αἰσχύλ. Εὐμ. 39, Ἀνθ. Πλαν. 338, κτλ.· [[μετὰ]] γεν., ἐστεμμένος μέ..., οὐ γὰρ ἂν [[κάρα]] πολυστεφὴς ὧδ’ εἶρπε παγκάρπου δάφνης Σοφ. Ο. Τ. 83. ΙΙ. συνεστραμμένος [[οὕτως]] [[ὥστε]] νὰ ἀποτελῇ πολλοὺς στεφάνους, [[κότινος]] Νικ. Θηρ. 378. | |lstext='''πολυστεφής''': -ές, ὁ διὰ πολλῶν στεφάνων κεκοσμημένος, Αἰσχύλ. Εὐμ. 39, Ἀνθ. Πλαν. 338, κτλ.· [[μετὰ]] γεν., ἐστεμμένος μέ..., οὐ γὰρ ἂν [[κάρα]] πολυστεφὴς ὧδ’ εἶρπε παγκάρπου δάφνης Σοφ. Ο. Τ. 83. ΙΙ. συνεστραμμένος [[οὕτως]] [[ὥστε]] νὰ ἀποτελῇ πολλοὺς στεφάνους, [[κότινος]] Νικ. Θηρ. 378. | ||
}} | |||
{{bailly | |||
|btext=ής, ές :<br />orné de nombreuses couronnes ; <i>p. ext.</i> couronné de, gén..<br />'''Étymologie:''' [[πολύς]], [[στέφος]]. | |||
}} | }} |