πολυμελής: Difference between revisions

Bailly1_4
(6_7)
(Bailly1_4)
Line 15: Line 15:
{{ls
{{ls
|lstext='''πολῠμελής''': -ές, ([[μέλος]]) ὡς καὶ νῦν, ὁ ἔχων πολλὰ [[μέλη]], Πλάτ. Φαῖδρ. 238Α. ΙΙ. ποικιλόφθογγος, [[μέλος]] Ἀλκμὰν 1. ― Ἐπίρρ. -λῶς, [[Πολυδ]]. Δ΄, 57.
|lstext='''πολῠμελής''': -ές, ([[μέλος]]) ὡς καὶ νῦν, ὁ ἔχων πολλὰ [[μέλη]], Πλάτ. Φαῖδρ. 238Α. ΙΙ. ποικιλόφθογγος, [[μέλος]] Ἀλκμὰν 1. ― Ἐπίρρ. -λῶς, [[Πολυδ]]. Δ΄, 57.
}}
{{bailly
|btext=ής, ές :<br /><b>1</b> à plusieurs membres;<br /><b>2</b> à plusieurs tons, varié (chant).<br />'''Étymologie:''' [[πολύς]], [[μέλος]].
}}
}}