Anonymous

προβατοκάπηλος: Difference between revisions

From LSJ
Bailly1_4
(6_16)
(Bailly1_4)
Line 15: Line 15:
{{ls
{{ls
|lstext='''προβᾰτοκάπηλος''': -ον, [[κάπηλος]] προβάτων, [[προβατέμπορος]], Πλουτ. Περικλ. 24, πρβλ. Ἡσύχ. ἐν λέξ. [[προβατοπώλης]].
|lstext='''προβᾰτοκάπηλος''': -ον, [[κάπηλος]] προβάτων, [[προβατέμπορος]], Πλουτ. Περικλ. 24, πρβλ. Ἡσύχ. ἐν λέξ. [[προβατοπώλης]].
}}
{{bailly
|btext=ου (ὁ) :<br />marchand de moutons.<br />'''Étymologie:''' [[πρόβατον]], [[κάπηλος]].
}}
}}