Anonymous

προγάστωρ: Difference between revisions

From LSJ
Bailly1_4
(6_19)
(Bailly1_4)
Line 15: Line 15:
{{ls
{{ls
|lstext='''προγάστωρ''': -ορος, ὁ, ἡ, ὁ ἔχων προτεταμένην τὴν κοιλίαν, «κοιλαρᾶς», πιθ. γραφὴ ἐν Ἱππ. περὶ Ἀέρ. 295, Στράβ. 199, Ἀνθ. Π. παραρτ. 321, Λουκ. Νεκυομ. 11· τοὺς κάδους μὲν οὖν καλοῦσι γαυλοὺς πάντες οἱ προγάστορες Ἀντιφάνης ἐν «Χρυσίδι» παρ’ Ἀθηναίῳ 500F.
|lstext='''προγάστωρ''': -ορος, ὁ, ἡ, ὁ ἔχων προτεταμένην τὴν κοιλίαν, «κοιλαρᾶς», πιθ. γραφὴ ἐν Ἱππ. περὶ Ἀέρ. 295, Στράβ. 199, Ἀνθ. Π. παραρτ. 321, Λουκ. Νεκυομ. 11· τοὺς κάδους μὲν οὖν καλοῦσι γαυλοὺς πάντες οἱ προγάστορες Ἀντιφάνης ἐν «Χρυσίδι» παρ’ Ἀθηναίῳ 500F.
}}
{{bailly
|btext=ορος (ὁ, ἡ)<br />au ventre énorme.<br />'''Étymologie:''' [[πρό]], [[γαστήρ]].
}}
}}