Anonymous

προκατασκευάζω: Difference between revisions

From LSJ
Bailly1_4
(6_2)
(Bailly1_4)
Line 15: Line 15:
{{ls
{{ls
|lstext='''προκατασκευάζω''': [[παρασκευάζω]] ἐκ τῶν προτέρων, [[προετοιμάζω]], Πολύβ. 1. 21, 2, Διόδ. 15. 47· ἀναχώρησιν ἑαυτῷ Δίων Κ. 46. 38· [[ταῦτα]] πρ. εἱρκτάς, ὡς εἱρκτάς, ὡς φυλακάς, Ξεν. Κύρ. 3. 1, 19. ― Μέσ., Πολύβ. 4. 32, 7, κτλ. ― Παθ., Ἀριστ. π. Χρωμ. 2. 8.
|lstext='''προκατασκευάζω''': [[παρασκευάζω]] ἐκ τῶν προτέρων, [[προετοιμάζω]], Πολύβ. 1. 21, 2, Διόδ. 15. 47· ἀναχώρησιν ἑαυτῷ Δίων Κ. 46. 38· [[ταῦτα]] πρ. εἱρκτάς, ὡς εἱρκτάς, ὡς φυλακάς, Ξεν. Κύρ. 3. 1, 19. ― Μέσ., Πολύβ. 4. 32, 7, κτλ. ― Παθ., Ἀριστ. π. Χρωμ. 2. 8.
}}
{{bailly
|btext=préparer d’avance <i>ou</i> auparavant, acc..<br />'''Étymologie:''' [[πρό]], [[κατασκευάζω]].
}}
}}