3,277,206
edits
(6_20) |
(Bailly1_4) |
||
Line 12: | Line 12: | ||
{{ls | {{ls | ||
|lstext='''προκῠλινδέομαι''': Παθ., προκυλίομαι, κυλίομαι πρὸ τῶν ποδῶν τινος, Λατιν. provolvi ad genua alicujus, τινι Ἀριστοφ. Ὄρν. 501, [[ἔνθα]] ἴδε Σχολ.· τινος Δημ. 450. 2· πρ. ἡ [[πέρδιξ]] τοῦ θηρεύοντος Ἀριστ. π. τὰ Ζ. Ἱστ. 9. 8, 3· πρβλ. προκαλινδέομαι. | |lstext='''προκῠλινδέομαι''': Παθ., προκυλίομαι, κυλίομαι πρὸ τῶν ποδῶν τινος, Λατιν. provolvi ad genua alicujus, τινι Ἀριστοφ. Ὄρν. 501, [[ἔνθα]] ἴδε Σχολ.· τινος Δημ. 450. 2· πρ. ἡ [[πέρδιξ]] τοῦ θηρεύοντος Ἀριστ. π. τὰ Ζ. Ἱστ. 9. 8, 3· πρβλ. προκαλινδέομαι. | ||
}} | |||
{{bailly | |||
|btext=-οῦμαι;<br />se rouler <i>ou</i> se jeter aux pieds de, gén..<br />'''Étymologie:''' [[πρό]], [[κυλίνδω]]. | |||
}} | }} |