3,258,334
edits
(6_13a) |
(Bailly1_4) |
||
Line 15: | Line 15: | ||
{{ls | {{ls | ||
|lstext='''προφράζω''': μέλλ. -σω, [[προλέγω]], Ἡρόδ. 1. 120 ([[ἔνθα]] ὁ Schweigh. λαμβάνει αὐτὸ ὡς = προειπεῖν, προερεῖν, μετοχ. παθητ. πρκμ. προπεφραδμένα ἆθλα Ἡσ. Ἔργ. κ. Ἡμ. 653, [[ἔνθα]] ἠδύνατο νὰ ἀναγνωσθῇ προπεφασμένα (ἰδὲ [[προφαίνω]] Ι. 3), ἀλλὰ πρβλ. Ἀπολλ. Ρόδ. Γ. 1315. | |lstext='''προφράζω''': μέλλ. -σω, [[προλέγω]], Ἡρόδ. 1. 120 ([[ἔνθα]] ὁ Schweigh. λαμβάνει αὐτὸ ὡς = προειπεῖν, προερεῖν, μετοχ. παθητ. πρκμ. προπεφραδμένα ἆθλα Ἡσ. Ἔργ. κ. Ἡμ. 653, [[ἔνθα]] ἠδύνατο νὰ ἀναγνωσθῇ προπεφασμένα (ἰδὲ [[προφαίνω]] Ι. 3), ἀλλὰ πρβλ. Ἀπολλ. Ρόδ. Γ. 1315. | ||
}} | |||
{{bailly | |||
|btext=annoncer <i>ou</i> proclamer d’avance.<br />'''Étymologie:''' [[πρό]], [[φράζω]]. | |||
}} | }} |