Anonymous

πυξίς: Difference between revisions

From LSJ
Bailly1_4
(6_12)
(Bailly1_4)
Line 15: Line 15:
{{ls
{{ls
|lstext='''πυξίς''': -ίδος, ἡ, [[κιβώτιον]] μικρὸν ἐκ ξύλου πύξου· [[καθόλου]] μικρὰ [[θήκη]] ἢ [[κιβώτιον]] κἂν ἀφ’ ἑτέρας ὕλης τύχῃ γενόμενον, (pyx ἢ pax ἐν τῇ Ἐκκλ. τῶν Λατίνων γλώσσῃ), Λουκ. Ὄνος 14, Φιλοψ. 21, κτλ.· π. [[χαλκῆ]] Ρήτορες (Walz) 8. 731· ὡς [[μελανοδοχεῖον]], Ἰωσήπ Ἰουδ. Πόλ. 1. 30. 7. ΙΙ. = [[πυξίον]], Εὐστ. 632. 57.
|lstext='''πυξίς''': -ίδος, ἡ, [[κιβώτιον]] μικρὸν ἐκ ξύλου πύξου· [[καθόλου]] μικρὰ [[θήκη]] ἢ [[κιβώτιον]] κἂν ἀφ’ ἑτέρας ὕλης τύχῃ γενόμενον, (pyx ἢ pax ἐν τῇ Ἐκκλ. τῶν Λατίνων γλώσσῃ), Λουκ. Ὄνος 14, Φιλοψ. 21, κτλ.· π. [[χαλκῆ]] Ρήτορες (Walz) 8. 731· ὡς [[μελανοδοχεῖον]], Ἰωσήπ Ἰουδ. Πόλ. 1. 30. 7. ΙΙ. = [[πυξίον]], Εὐστ. 632. 57.
}}
{{bailly
|btext=ίδος (ἡ) :<br />boîte en buis pour remèdes <i>ou</i> pour diverses substances ; vase en forme de boîte (pyxis).<br />'''Étymologie:''' [[πύξος]].
}}
}}