Anonymous

σκελετεύω: Difference between revisions

From LSJ
Bailly1_4
(6_2)
(Bailly1_4)
Line 15: Line 15:
{{ls
{{ls
|lstext='''σκελετεύω''': [[σκέλλω]], [[Πολυδ]]. Β´, 194, Ζωναρ. ― Παθ., [[ξηραίνω]] ἢ [[φθείρω]] καὶ [[καταστρέφω]], Ἀριστοφ. Ἀποσπ. 677. ΙΙ. [[ξηραίνω]] ἢ ἁλατίζω [[κρέας]], Διοσκ. 2. 2· πλῆρες : σκελ. δι’ ἁλὸς ὁ αὐτ. 2. 27· [[ὡσαύτως]] [[ταριχεύω]] νεκρόν, Τέλης παρὰ Στοβ. 234. 11· καὶ παθ., βαλσαμώνομαι, Γαλην.
|lstext='''σκελετεύω''': [[σκέλλω]], [[Πολυδ]]. Β´, 194, Ζωναρ. ― Παθ., [[ξηραίνω]] ἢ [[φθείρω]] καὶ [[καταστρέφω]], Ἀριστοφ. Ἀποσπ. 677. ΙΙ. [[ξηραίνω]] ἢ ἁλατίζω [[κρέας]], Διοσκ. 2. 2· πλῆρες : σκελ. δι’ ἁλὸς ὁ αὐτ. 2. 27· [[ὡσαύτως]] [[ταριχεύω]] νεκρόν, Τέλης παρὰ Στοβ. 234. 11· καὶ παθ., βαλσαμώνομαι, Γαλην.
}}
{{bailly
|btext=dessécher.<br />'''Étymologie:''' [[σκελετός]].
}}
}}