Anonymous

ῥαιβοσκελής: Difference between revisions

From LSJ
Bailly1_4
(6_7)
(Bailly1_4)
Line 15: Line 15:
{{ls
{{ls
|lstext='''ῥαιβοσκελής''': -ές, ([[σκέλος]]) ὁ ἔχων τὰ σκέλη ῥαιβά, καμπύλα πρὸς τὸ [[ἔνδον]], «[[στραβοπόδης]]», [[πάγουρος]] Ἀνθολ. Π. 6. 196.
|lstext='''ῥαιβοσκελής''': -ές, ([[σκέλος]]) ὁ ἔχων τὰ σκέλη ῥαιβά, καμπύλα πρὸς τὸ [[ἔνδον]], «[[στραβοπόδης]]», [[πάγουρος]] Ἀνθολ. Π. 6. 196.
}}
{{bailly
|btext=ής, ές :<br />aux jambes tortues, cagneux.<br />'''Étymologie:''' [[ῥαιβός]], [[σκέλος]].
}}
}}