Anonymous

στρωμάτιον: Difference between revisions

From LSJ
Bailly1_4
(6_22)
(Bailly1_4)
Line 15: Line 15:
{{ls
{{ls
|lstext='''στρωμάτιον''': τό, ὑποκορ. τοῦ [[στρῶμα]], ἐν τῷ πληθ., σκεπάσματα τῆς κλίνης, Μᾶρκ. Ἀντων. 5. 1.
|lstext='''στρωμάτιον''': τό, ὑποκορ. τοῦ [[στρῶμα]], ἐν τῷ πληθ., σκεπάσματα τῆς κλίνης, Μᾶρκ. Ἀντων. 5. 1.
}}
{{bailly
|btext=ου (τό) :<br /><i>dim. de</i> [[στρῶμα]].
}}
}}