Anonymous

συγκαταψηφίζομαι: Difference between revisions

From LSJ
Bailly1_4
(6_5)
(Bailly1_4)
Line 15: Line 15:
{{ls
{{ls
|lstext='''συγκαταψηφίζομαι''': ἀποθετ., καταψηφίζω [[ὁμοῦ]], [[συγκαταδικάζω]], Πλουτ. Θεμιστ. 21. ΙΙ. Παθ., συγκαταλέγομαι, συγκαταριθμοῦμαι, συγκατεψηφίσθη [[μετὰ]] τῶν [[ἕνδεκα]] ἀποστόλων Πράξ. Ἀποστ. α΄, 26.
|lstext='''συγκαταψηφίζομαι''': ἀποθετ., καταψηφίζω [[ὁμοῦ]], [[συγκαταδικάζω]], Πλουτ. Θεμιστ. 21. ΙΙ. Παθ., συγκαταλέγομαι, συγκαταριθμοῦμαι, συγκατεψηφίσθη [[μετὰ]] τῶν [[ἕνδεκα]] ἀποστόλων Πράξ. Ἀποστ. α΄, 26.
}}
{{bailly
|btext=condamner en même temps.<br />'''Étymologie:''' [[σύν]], καταψηφίζομαι.
}}
}}