Anonymous

συναπολαύω: Difference between revisions

From LSJ
Bailly1_5
(6_13a)
(Bailly1_5)
Line 15: Line 15:
{{ls
{{ls
|lstext='''συναπολαύω''': μέλλ. -σομαι, [[μετέχω]] τῆς ἀπολαύσεώς τινος, [[ἀπολαύω]] [[ὁμοῦ]] μετά τινος, Ἀριστ. π. τὰ Ζ. Ἱστ. 9. 39, 5, Ἠθικ. Εὐδήμ. 7. 12, 4· τινὸς Διοδ. Ἐκλογ. σ. 22 Mai, Λουκ., κλπ.· τινί, μετά τινος (ἐπὶ προσώπου), Θεμίστ. 57D, κτλ. 2) [[μετέχω]] τοῦ ἀγαθοῦ ἢ τοῦ κακοῦ πράγματός τινος, τὸ ἀσύμμετρον... οὐ σ. τῶν μερῶν Ἀριστ. Προβλ. 5. 22, 1· [[ὅλως]] ἐπὶ κακῆς σημασίας, αἱ στάσεις συναπολαύειν ποιοῦσι τὴν ὅλην πόλιν, κάμνουσι τὴν πόλιν νὰ πάσχῃ μετ’ αὐτῶν, ὁ αὐτ. ἐν Πολιτ. 5. 4, 4· σ. νόσου, κακοῦ Θεμίστ., κλπ.· πρβλ. [[ἀπολαύω]] Ι. 3. 3) [[ἁπλῶς]] [[μετέχω]], τινὸς Θεοφρ. π. Φυτ. Αἰτ. 6. 8, 3.
|lstext='''συναπολαύω''': μέλλ. -σομαι, [[μετέχω]] τῆς ἀπολαύσεώς τινος, [[ἀπολαύω]] [[ὁμοῦ]] μετά τινος, Ἀριστ. π. τὰ Ζ. Ἱστ. 9. 39, 5, Ἠθικ. Εὐδήμ. 7. 12, 4· τινὸς Διοδ. Ἐκλογ. σ. 22 Mai, Λουκ., κλπ.· τινί, μετά τινος (ἐπὶ προσώπου), Θεμίστ. 57D, κτλ. 2) [[μετέχω]] τοῦ ἀγαθοῦ ἢ τοῦ κακοῦ πράγματός τινος, τὸ ἀσύμμετρον... οὐ σ. τῶν μερῶν Ἀριστ. Προβλ. 5. 22, 1· [[ὅλως]] ἐπὶ κακῆς σημασίας, αἱ στάσεις συναπολαύειν ποιοῦσι τὴν ὅλην πόλιν, κάμνουσι τὴν πόλιν νὰ πάσχῃ μετ’ αὐτῶν, ὁ αὐτ. ἐν Πολιτ. 5. 4, 4· σ. νόσου, κακοῦ Θεμίστ., κλπ.· πρβλ. [[ἀπολαύω]] Ι. 3. 3) [[ἁπλῶς]] [[μετέχω]], τινὸς Θεοφρ. π. Φυτ. Αἰτ. 6. 8, 3.
}}
{{bailly
|btext=participer à la jouissance de, gén..<br />'''Étymologie:''' [[σύν]], [[ἀπολαύω]].
}}
}}