3,273,006
edits
(6_19) |
(Bailly1_5) |
||
Line 12: | Line 12: | ||
{{ls | {{ls | ||
|lstext='''συνουσιαστής''': -οῦ, ὁ, [[σύντροφος]], [[ἑταῖρος]], Πλουτ. [[Μίνως]] 319Ε· [[μαθητής]], Ξεν. Ἀπομν. 1. 6, 1, Πλούτ., κλπ. ΙΙ. οἱ συνουσιασταί, αἵρεσίς τις Χριστιανῶν δοξαζόντων ὅτι ἡ [[θεία]] καὶ ἀνθρωπίνη [[φύσις]] ἦσαν ἐν Χριστῷ ἡνωμέναι κατ’ οὐσίαν, Ἐκκλ. | |lstext='''συνουσιαστής''': -οῦ, ὁ, [[σύντροφος]], [[ἑταῖρος]], Πλουτ. [[Μίνως]] 319Ε· [[μαθητής]], Ξεν. Ἀπομν. 1. 6, 1, Πλούτ., κλπ. ΙΙ. οἱ συνουσιασταί, αἵρεσίς τις Χριστιανῶν δοξαζόντων ὅτι ἡ [[θεία]] καὶ ἀνθρωπίνη [[φύσις]] ἦσαν ἐν Χριστῷ ἡνωμέναι κατ’ οὐσίαν, Ἐκκλ. | ||
}} | |||
{{bailly | |||
|btext=οῦ (ὁ) :<br />qui a des relations d’intimité avec qqn ; <i>particul.</i> qui suit les leçons d’un maître, écolier.<br />'''Étymologie:''' [[συνουσιάζω]]. | |||
}} | }} |