Anonymous

Ask at the forum if you have an Ancient or Modern Greek query!

τετραρχία: Difference between revisions

From LSJ
Bailly1_5
(6_9)
(Bailly1_5)
Line 15: Line 15:
{{ls
{{ls
|lstext='''τετραρχία''': ἡ, [[ἐπαρχία]] ἐφ ἧς ἄρχει [[τετράρχης]]˙ [[μάλιστα]] ἐλέγετο ἐπὶ τῆς Θεσσαλίας, ἣν ἀπετέλουν [[τέσσαρες]] ἐπαρχίαι, Θετταλιῶτις, Φθιῶτις, Πελασγιῶτις, Ἑστιαιῶτις, Εὐρ. Ἄλκ. 1154, Δημ. 117. 26˙ ἴδε Ἑλλάνικ. καὶ Ἀριστ. παρ’ Ἁρποκρ. ἐν λέξ., Στράβ. 430˙ [[οὕτως]] ἑκάστη τῶν τριῶν τῆς Γαλατίας διαιρέσεων ἦν διῃρημένη εἰς τετραρχίας, ὁ αὐτ. 567, πρβλ. τετρὰς ΙΙ. 2) ὑπὸ τοὺς Ρωμαίους τὸ [[ὄνομα]] [[τετραρχία]] ἐδίδοτο, ὡς φαίνεται, εἰς πᾶσαν διαίρεσιν τῶν Ἀνατολικῶν χωρῶν, [[οἷον]] εἰς τὴν Παλαιστίνην, ἥτις [[μετὰ]] τὸν θάνατον τοῦ Ἡρώδου διῃρέθη εἰς [[τρεῖς]] τετραρχίας, πρβλ. Συλλ. Ἐπιγρ. 2502, 4521· καὶ τὸ [[ὄνομα]] [[τέτραρχος]] ἐλέγετο, ὡς φαίνεται, ἐπὶ παντὸς ἐγχωρίου κυβερνήτου ἔχοντος βαθμὸν ὑποδεέστερον τοῦ βασιλικοῦ, ἴδε Συλλ. Ἐπιγρ. 4033, 4058, Πλουτ. Ἀντών. 36, 56, Sallust. Cat. 20, Horat. Sat. 1. 3, 12, κλπ. ΙΙ. τ. ἱππική, ἡ [[διοίκησις]] τεσσάρων λόχων, Ἀρρ. Ἀν. 3. 18, πρβλ. τὸν αὐτ. ἐν Τακτ. 10. 2.
|lstext='''τετραρχία''': ἡ, [[ἐπαρχία]] ἐφ ἧς ἄρχει [[τετράρχης]]˙ [[μάλιστα]] ἐλέγετο ἐπὶ τῆς Θεσσαλίας, ἣν ἀπετέλουν [[τέσσαρες]] ἐπαρχίαι, Θετταλιῶτις, Φθιῶτις, Πελασγιῶτις, Ἑστιαιῶτις, Εὐρ. Ἄλκ. 1154, Δημ. 117. 26˙ ἴδε Ἑλλάνικ. καὶ Ἀριστ. παρ’ Ἁρποκρ. ἐν λέξ., Στράβ. 430˙ [[οὕτως]] ἑκάστη τῶν τριῶν τῆς Γαλατίας διαιρέσεων ἦν διῃρημένη εἰς τετραρχίας, ὁ αὐτ. 567, πρβλ. τετρὰς ΙΙ. 2) ὑπὸ τοὺς Ρωμαίους τὸ [[ὄνομα]] [[τετραρχία]] ἐδίδοτο, ὡς φαίνεται, εἰς πᾶσαν διαίρεσιν τῶν Ἀνατολικῶν χωρῶν, [[οἷον]] εἰς τὴν Παλαιστίνην, ἥτις [[μετὰ]] τὸν θάνατον τοῦ Ἡρώδου διῃρέθη εἰς [[τρεῖς]] τετραρχίας, πρβλ. Συλλ. Ἐπιγρ. 2502, 4521· καὶ τὸ [[ὄνομα]] [[τέτραρχος]] ἐλέγετο, ὡς φαίνεται, ἐπὶ παντὸς ἐγχωρίου κυβερνήτου ἔχοντος βαθμὸν ὑποδεέστερον τοῦ βασιλικοῦ, ἴδε Συλλ. Ἐπιγρ. 4033, 4058, Πλουτ. Ἀντών. 36, 56, Sallust. Cat. 20, Horat. Sat. 1. 3, 12, κλπ. ΙΙ. τ. ἱππική, ἡ [[διοίκησις]] τεσσάρων λόχων, Ἀρρ. Ἀν. 3. 18, πρβλ. τὸν αὐτ. ἐν Τακτ. 10. 2.
}}
{{bailly
|btext=ας (ἡ) :<br />tétrarchie, <i>l’un des quatre gouvernements d’une province ou charge et autorité d’un gouverneur de tétrarchie</i>.<br />'''Étymologie:''' [[τετράρχης]].
}}
}}