3,274,873
edits
(6_10) |
(Bailly1_5) |
||
Line 15: | Line 15: | ||
{{ls | {{ls | ||
|lstext='''φοινῑκόπεζα''': ἡ, κοκκινόπους, [[ἐρυθρόπους]], ἐπίθετον τῆς Δήμητρος, πιθαν. ἐκ τοῦ πυροῦ χρώματος τοῦ ὡρίμου σίτου, τὸ τοῦ Οὐεργιλίου rubicunda Ceres, ἐσχηματίσθη κατ’ ἀναλογίαν πρὸς τὸ Ὁμηρ. [[ἀργυρόπεζα]], Πινδ. Ο. 6. 159, [[ἔνθα]] ἴδε Böckh (92). | |lstext='''φοινῑκόπεζα''': ἡ, κοκκινόπους, [[ἐρυθρόπους]], ἐπίθετον τῆς Δήμητρος, πιθαν. ἐκ τοῦ πυροῦ χρώματος τοῦ ὡρίμου σίτου, τὸ τοῦ Οὐεργιλίου rubicunda Ceres, ἐσχηματίσθη κατ’ ἀναλογίαν πρὸς τὸ Ὁμηρ. [[ἀργυρόπεζα]], Πινδ. Ο. 6. 159, [[ἔνθα]] ἴδε Böckh (92). | ||
}} | |||
{{bailly | |||
|btext=ης (ἡ) :<br />aux pieds chaussés de pourpre <i>(ép. de Déméter)</i>.<br />'''Étymologie:''' [[φοῖνιξ]]¹, [[πέζα]]. | |||
}} | }} |