Anonymous

σκηνοποιός: Difference between revisions

From LSJ
Bailly1_4
(6_18)
(Bailly1_4)
Line 15: Line 15:
{{ls
{{ls
|lstext='''σκηνοποιός''': -όν, ὁ ποιῶν, κατασκευάζων σκηνάς, [[φύσις]] Στοβ. Ἐκλογ. 1. 1084· - ὡς ἔχων ὡς [[ἐπάγγελμα]] τὴν σκηνοποιίαν, Πράξ. Ἀποστ. ιη΄, 3. ΙΙ. ὁ κατασκευάζων πράγματα ἀνήκοντα εἰς τὴν σκηνὴν τοῦ θεάτρου, Κωμικ. Ἀνώνυμ.
|lstext='''σκηνοποιός''': -όν, ὁ ποιῶν, κατασκευάζων σκηνάς, [[φύσις]] Στοβ. Ἐκλογ. 1. 1084· - ὡς ἔχων ὡς [[ἐπάγγελμα]] τὴν σκηνοποιίαν, Πράξ. Ἀποστ. ιη΄, 3. ΙΙ. ὁ κατασκευάζων πράγματα ἀνήκοντα εἰς τὴν σκηνὴν τοῦ θεάτρου, Κωμικ. Ἀνώνυμ.
}}
{{bailly
|btext=οῦ (ὁ) :<br /><b>I.</b> <i>adj.</i> qui construit des tentes, des abris, des couvertures <i>en parl. de la nature</i>;<br /><b>II.</b> <i>subst.</i> <b>1</b> constructeur de tentes;<br /><b>2</b> machiniste, mécanicien.<br />'''Étymologie:''' [[σκηνή]], [[ποιέω]].
}}
}}