Anonymous

στερεότης: Difference between revisions

From LSJ
Bailly1_4
(6_12)
(Bailly1_4)
Line 15: Line 15:
{{ls
{{ls
|lstext='''στερεότης''': -ητος, ἡ, δυσκαμψία, [[σκληρότης]], [[σταθερότης]], Πλάτ. Τίμ. 74Ε, Ἀριστ. π. Ζ. Μορ. 3. 3, 5.
|lstext='''στερεότης''': -ητος, ἡ, δυσκαμψία, [[σκληρότης]], [[σταθερότης]], Πλάτ. Τίμ. 74Ε, Ἀριστ. π. Ζ. Μορ. 3. 3, 5.
}}
{{bailly
|btext=ητος (ἡ) :<br />solidité, fermeté.<br />'''Étymologie:''' [[στερεός]].
}}
}}