Anonymous

συγγνώμη: Difference between revisions

From LSJ
Bailly1_4
(6_5)
(Bailly1_4)
Line 15: Line 15:
{{ls
{{ls
|lstext='''συγγνώμη''': Ἀττ. ξυγγν-, ἡ, [[ὁμολογία]], [[ἀναγνώρισις]], συγγνώμην ἔχειν, ὅτι ...., [[παραδέχομαι]], ὁμολογῶ ὅτι ..., Ἡρόδ. 7. 13, Πλάτ. Πολ. 472Α. ΙΙ. [[συμπάθεια]] [[πρός]] τινα, [[αἴσθημα]] ὅμοιον πρὸς τὸ αἴσθημά τινος, Ἀριστοφ. Εἰρ. 997· καὶ ὑπονοεῖ ἠθικὴν ἐκτίμησιν τῆς φύσεως πράξεώς τινος, ἐπιεικὴς [[κρίσις]] [[περί]] τινος, τὸ ἐπιτρέπειν ἢ χαρίζεσθαι, Ἀριστ. Ἠθικ. Νικ. 6. 11, 1, πρβλ. Ἐπιστ. πρὸς Κορ. ζ΄, 6. 2) [[συγχώρησις]], [[ἄφεσις]] πλημμελήματος (ἴδε [[συγγιγνώσκω]] IV), α) συγγνώμην ἔχω, συγχωρῶ, Εὐρ. Ὀρ. 661, Ἀριστοφ. Εἰρ. 668, κλπ.· σ. ἔχειν τινὶ Ἡρόδ. 1. 116, 155, Σοφ. Φιλ. 1319, Ἀριστοφ. Νεφ. 138, Ξεν., κλπ.· ἑαυτῷ κακῷ ὄντι Πλάτ. Πολ. 391Ε· τινος, διά τι [[πρᾶγμα]], Ἡρόδ. 6. 86, 3, Σοφ. Ἠλ. 400, Ἀριστοφ. Σφ. 368, Πλάτ., κλπ.· [[περί]] τι Ἀριστ. Ἠθικ. Νικ. 6. 11, 1. ἑπομένου εἰ ..., Εὐρ. Ἱππ. 117, κτλ.· μετ’ ἀπαρ., Σοφ. Αἴ. 1322· [[μετὰ]] γεν. ἀπολ., σ. ἔχε ἐμοῦ παρανοήσαντος Ἀριστοφ. Νεφ. 1480· - οὕτω, σ. ποιήσασθαι Ἡρόδ. 2. 110· διδόναι Πολύβ. 8. 1, 2· νέμειν, ἀπονέμειν Παυσ. 2. 27, 4, Λουκ. Νιγρῖν. 14· - [[τοὐναντίον]] τοῦ β) συγγνώμης τυγχάνειν, Ξεν. Ἀπομν. 1. 7, 4, πρβλ. Ἀνδοκ. 18. 30, Λυσί. 92. 7· [[παρά]] τινος ὁ αὐτ. 190. 22, Ἰσοκρ. 240C, κτλ.· τινός, ὑπέρ τινος, διά τι [[πρᾶγμα]], Εὐρ. Ἱππ. 1326, Ἰσοκρ. 289D ξυγγνώμην ἁμαρτεῖν ... λήψονται, θὰ συγχωρηθῶσι διὰ τὸ πλημμέλημά των, Θουκ. 3. 40 συγγνώμην αἰτεῖσθαι Πλάτ. Κριτί. 106Β. γ) γίγνεταί τινι ἔκ τινος [[συγγνώμη]] Ἡρόδ. 9. 58· ἐστί τοι ξυγγνώμη, [[παρέχω]] σοι συγγνώμην, σὲ συγχωρῶ, ὁ αὐτ. 1. 39, πρβλ. Θουκ. 8. 50 - ξυγγνώμη [ἐστὶ] μετ’ αἰτ. καὶ ἀπαρ., [[εἶναι]] [[συγγνωστέον]] ..., ὁ αὐτ. 4. 61., 5. 81, Δημ. 415. 16· τὸ πεπεῖσθαι ... ξυγγνώμη ὁ αὐτ. 1443. 27· [[ὡσαύτως]] [[μετὰ]] μετοχ., σ. [ἐστί τινι] πλοῦτον ἀγειρομένῳ Ἀνθ. Π. 11. 389· σ. [ἐστὶ] εἰ ... ἐάν ..., Θουκ. 1. 24, Πλάτ. Ἱππ. Ἐλάττων 372Α. 3) ἐπὶ πράξεων, κλπ., κακὰ μέν, ἀλλὰ συγγνώμην ἔχει, ἐπιδέχονται συγχώρησιν, [[εἶναι]] συγγνωστά, Σοφ. Τρ. 328· ἔχειν τι ξυγγνώμης Θουκ. 3. 44, πρβλ. Πλούτ. 2. 1118Ε· τὰ ῥηθησόμενα ξυγγνώμης δεῖται Πλάτ. Κριτί. 107Α.
|lstext='''συγγνώμη''': Ἀττ. ξυγγν-, ἡ, [[ὁμολογία]], [[ἀναγνώρισις]], συγγνώμην ἔχειν, ὅτι ...., [[παραδέχομαι]], ὁμολογῶ ὅτι ..., Ἡρόδ. 7. 13, Πλάτ. Πολ. 472Α. ΙΙ. [[συμπάθεια]] [[πρός]] τινα, [[αἴσθημα]] ὅμοιον πρὸς τὸ αἴσθημά τινος, Ἀριστοφ. Εἰρ. 997· καὶ ὑπονοεῖ ἠθικὴν ἐκτίμησιν τῆς φύσεως πράξεώς τινος, ἐπιεικὴς [[κρίσις]] [[περί]] τινος, τὸ ἐπιτρέπειν ἢ χαρίζεσθαι, Ἀριστ. Ἠθικ. Νικ. 6. 11, 1, πρβλ. Ἐπιστ. πρὸς Κορ. ζ΄, 6. 2) [[συγχώρησις]], [[ἄφεσις]] πλημμελήματος (ἴδε [[συγγιγνώσκω]] IV), α) συγγνώμην ἔχω, συγχωρῶ, Εὐρ. Ὀρ. 661, Ἀριστοφ. Εἰρ. 668, κλπ.· σ. ἔχειν τινὶ Ἡρόδ. 1. 116, 155, Σοφ. Φιλ. 1319, Ἀριστοφ. Νεφ. 138, Ξεν., κλπ.· ἑαυτῷ κακῷ ὄντι Πλάτ. Πολ. 391Ε· τινος, διά τι [[πρᾶγμα]], Ἡρόδ. 6. 86, 3, Σοφ. Ἠλ. 400, Ἀριστοφ. Σφ. 368, Πλάτ., κλπ.· [[περί]] τι Ἀριστ. Ἠθικ. Νικ. 6. 11, 1. ἑπομένου εἰ ..., Εὐρ. Ἱππ. 117, κτλ.· μετ’ ἀπαρ., Σοφ. Αἴ. 1322· [[μετὰ]] γεν. ἀπολ., σ. ἔχε ἐμοῦ παρανοήσαντος Ἀριστοφ. Νεφ. 1480· - οὕτω, σ. ποιήσασθαι Ἡρόδ. 2. 110· διδόναι Πολύβ. 8. 1, 2· νέμειν, ἀπονέμειν Παυσ. 2. 27, 4, Λουκ. Νιγρῖν. 14· - [[τοὐναντίον]] τοῦ β) συγγνώμης τυγχάνειν, Ξεν. Ἀπομν. 1. 7, 4, πρβλ. Ἀνδοκ. 18. 30, Λυσί. 92. 7· [[παρά]] τινος ὁ αὐτ. 190. 22, Ἰσοκρ. 240C, κτλ.· τινός, ὑπέρ τινος, διά τι [[πρᾶγμα]], Εὐρ. Ἱππ. 1326, Ἰσοκρ. 289D ξυγγνώμην ἁμαρτεῖν ... λήψονται, θὰ συγχωρηθῶσι διὰ τὸ πλημμέλημά των, Θουκ. 3. 40 συγγνώμην αἰτεῖσθαι Πλάτ. Κριτί. 106Β. γ) γίγνεταί τινι ἔκ τινος [[συγγνώμη]] Ἡρόδ. 9. 58· ἐστί τοι ξυγγνώμη, [[παρέχω]] σοι συγγνώμην, σὲ συγχωρῶ, ὁ αὐτ. 1. 39, πρβλ. Θουκ. 8. 50 - ξυγγνώμη [ἐστὶ] μετ’ αἰτ. καὶ ἀπαρ., [[εἶναι]] [[συγγνωστέον]] ..., ὁ αὐτ. 4. 61., 5. 81, Δημ. 415. 16· τὸ πεπεῖσθαι ... ξυγγνώμη ὁ αὐτ. 1443. 27· [[ὡσαύτως]] [[μετὰ]] μετοχ., σ. [ἐστί τινι] πλοῦτον ἀγειρομένῳ Ἀνθ. Π. 11. 389· σ. [ἐστὶ] εἰ ... ἐάν ..., Θουκ. 1. 24, Πλάτ. Ἱππ. Ἐλάττων 372Α. 3) ἐπὶ πράξεων, κλπ., κακὰ μέν, ἀλλὰ συγγνώμην ἔχει, ἐπιδέχονται συγχώρησιν, [[εἶναι]] συγγνωστά, Σοφ. Τρ. 328· ἔχειν τι ξυγγνώμης Θουκ. 3. 44, πρβλ. Πλούτ. 2. 1118Ε· τὰ ῥηθησόμενα ξυγγνώμης δεῖται Πλάτ. Κριτί. 107Α.
}}
{{bailly
|btext=ης (ἡ) :<br />pardon : συγγνώμην ἔχειν τινί accorder le pardon à qqn ; τινος pour qch ; συγγνώμης τυγχάνειν XÉN obtenir son pardon ; avec une prop. inf. <i>ou</i> avec [[εἰ]], c’est chose pardonnable de <i>ou</i> si.<br />'''Étymologie:''' [[συγγιγνώσκω]].
}}
}}