Anonymous

χαράκωσις: Difference between revisions

From LSJ
Bailly1_5
(6_8)
(Bailly1_5)
Line 12: Line 12:
{{ls
{{ls
|lstext='''χᾰράκωσις''': -εως, ἡ, τὸ περιβάλλειν διὰ χαρακώματος, [[ὀχύρωσις]] διὰ χαράκων, [[ὀχύρωσις]], Λυκοῦργ. 153. 27, Πλουτ. Μάρ. 7.
|lstext='''χᾰράκωσις''': -εως, ἡ, τὸ περιβάλλειν διὰ χαρακώματος, [[ὀχύρωσις]] διὰ χαράκων, [[ὀχύρωσις]], Λυκοῦργ. 153. 27, Πλουτ. Μάρ. 7.
}}
{{bailly
|btext=εως (ἡ) :<br />action de construire une palissade, un retranchement.<br />'''Étymologie:''' [[χαρακόω]].
}}
}}