3,276,901
edits
(6_7) |
(Bailly1_5) |
||
Line 15: | Line 15: | ||
{{ls | {{ls | ||
|lstext='''φῐλοκαμπής''': -ές, γεν. έος, ὁ συνηθίζων νὰ κάμπτηται, νὰ λυγίζηται, [[εὔκαμπτος]], [[κίρκος]] Ἀνθ. Π. 6. 294. | |lstext='''φῐλοκαμπής''': -ές, γεν. έος, ὁ συνηθίζων νὰ κάμπτηται, νὰ λυγίζηται, [[εὔκαμπτος]], [[κίρκος]] Ἀνθ. Π. 6. 294. | ||
}} | |||
{{bailly | |||
|btext=ής, ές :<br />très flexible.<br />'''Étymologie:''' [[φίλος]], [[κάμπτω]]. | |||
}} | }} |