Anonymous

συνδιαμένω: Difference between revisions

From LSJ
Bailly1_5
(6_1)
(Bailly1_5)
Line 15: Line 15:
{{ls
{{ls
|lstext='''συνδιαμένω''': [[διαμένω]], [[παραμένω]] [[ὁμοῦ]], συγκαρτερῶ, τηρῶ τὴν θέσιν μου, Ξεν. Κύρ. 4. 5, 53, Ἀριστ. Ἠθικ. Εὐδήμ. 7. 1, 13.
|lstext='''συνδιαμένω''': [[διαμένω]], [[παραμένω]] [[ὁμοῦ]], συγκαρτερῶ, τηρῶ τὴν θέσιν μου, Ξεν. Κύρ. 4. 5, 53, Ἀριστ. Ἠθικ. Εὐδήμ. 7. 1, 13.
}}
{{bailly
|btext=rester jusqu’au bout avec.<br />'''Étymologie:''' [[σύν]], [[διαμένω]].
}}
}}