Anonymous

τετράρρυμος: Difference between revisions

From LSJ
Bailly1_5
(6_18)
(Bailly1_5)
Line 12: Line 12:
{{ls
{{ls
|lstext='''τετράρρῡμος''': -ον, ὁ ἔχων τέσσαρας ῥυμούς, δηλ. ὀκτὼ ἵππους, συνεζεύξατο δὲ τὸ [[ἑαυτοῦ]] ἅρμα τετράρρυμόν τε καὶ ἐξ ἵππων ὀκτὼ Ξεν. Κύρ. 6. 1, 51., 4, 2˙ [[ὡσαύτως]] τετράρῡμος.
|lstext='''τετράρρῡμος''': -ον, ὁ ἔχων τέσσαρας ῥυμούς, δηλ. ὀκτὼ ἵππους, συνεζεύξατο δὲ τὸ [[ἑαυτοῦ]] ἅρμα τετράρρυμόν τε καὶ ἐξ ἵππων ὀκτὼ Ξεν. Κύρ. 6. 1, 51., 4, 2˙ [[ὡσαύτως]] τετράρῡμος.
}}
{{bailly
|btext=ος, ον :<br />à quatre timons ; à huit chevaux.<br />'''Étymologie:''' [[τέσσαρες]], [[ῥυμός]].
}}
}}