Anonymous

τιτίς: Difference between revisions

From LSJ
Bailly1_5
(6_12)
(Bailly1_5)
Line 15: Line 15:
{{ls
{{ls
|lstext='''τῑτίς''': -ίδος, ἡ, ὡς τὸ [[πιπώ]], μικρὸν τιτίζον πτηνόν, «βραχὺ [[ὀρνίθιον]]» Φώτ. ΙΙ. τὸ [[γυναικεῖον]] [[αἰδοῖον]] [[αὐτόθι]]. - «τιτὶς καὶ ἡ [[κίρκος]]» [[αὐτόθι]]. ΙΙΙ. παρὰ τοῖς μεταγεν. ἀντὶ τοῦ Λατ. titio, [[δαλός]], [[ξύλον]] ἡμίφλεκτον, Ἀλέξ. Τραλλ. 10, σ. 570. IV. τιτίδας φλέβας λέγουσι τὰς περὶ τὴν καρδίαν Ψελλ. ἐν Boiss. Ἀνεκδ. τ, 3. σ. 226, 450, Ζωναρ. Λεξ. σ. 1732.
|lstext='''τῑτίς''': -ίδος, ἡ, ὡς τὸ [[πιπώ]], μικρὸν τιτίζον πτηνόν, «βραχὺ [[ὀρνίθιον]]» Φώτ. ΙΙ. τὸ [[γυναικεῖον]] [[αἰδοῖον]] [[αὐτόθι]]. - «τιτὶς καὶ ἡ [[κίρκος]]» [[αὐτόθι]]. ΙΙΙ. παρὰ τοῖς μεταγεν. ἀντὶ τοῦ Λατ. titio, [[δαλός]], [[ξύλον]] ἡμίφλεκτον, Ἀλέξ. Τραλλ. 10, σ. 570. IV. τιτίδας φλέβας λέγουσι τὰς περὶ τὴν καρδίαν Ψελλ. ἐν Boiss. Ἀνεκδ. τ, 3. σ. 226, 450, Ζωναρ. Λεξ. σ. 1732.
}}
{{bailly
|btext=ίδος (ἡ) :<br /><b>1</b> petit oiseau gazouillant;<br /><b>2</b> tison;<br /><b>3</b> le sexe de la femme.<br />'''Étymologie:''' DELG onomatopée ; cf. [[τιτυβίζω]].
}}
}}