Anonymous

τρεῖς: Difference between revisions

From LSJ
Bailly1_5
(6_15)
(Bailly1_5)
Line 12: Line 12:
{{ls
{{ls
|lstext='''τρεῖς''': οἱ, αἱ, [[τρία]], τά˙ γεν. τριῶν˙ δοτ. τρισί, καὶ ἐν Ἱππώνακτ. Ἀποσπ. 8. [[τριοῖσι]] (ὡς δυοῖσι Ἰωνικ. ἀντὶ δυσί)˙ αἰτ. [[τρεῖς]], [[τρία]]˙ περὶ τῆς [[ποικιλίας]] τῆς κλίσεως ἐν τοῖς συνθέτοις ἴδε Λοβέκ. εἰς Φρύνιχ. 108. Τρεῖς, Ὅμηρ., κλπ., [[τρία]] ἔπη, [[παροιμία]] παρὰ Πινδ. ἐν Ν. 7. 71, [[ἔνθα]] ἴδε Σχολιαστάς,- [[διότι]] ἐξ ἀρχαιοτάτων χρόνων ὁ [[ἀριθμὸς]] [[τρία]] ἦτο ἱερὸς καὶ εὐοίωνος, [[μάλιστα]] παρὰ τοῖς Πυθαγορείοις (πρβλ. [[τριάς]]), Ἀριστ. π. Οὐραν. 1. 1, 2˙ οὕτω, τῶν τριῶν μίαν λαβεῖν εὔσοιαν Σοφ. Ἀποσπ. 124˙ εἰ καὶ τῶν τριῶν ἓν οἴσομαι [[αὐτόθι]] 754, πρβλ. σωτὴρ Ι. 2, καὶ ἴδε Πίνακ. Κωμικ. Ἀποσπ. σ. 1062˙- περὶ τῆς φράσεως διὰ τριῶν, ἴδε [[τριάζω]]˙ πρβλ. [[ὡσαύτως]] [[τριτόσπονδος]]. (Ἐκ τῆς √ ΤΡΙ παράγονται ὡταύτως τὰ [[τρίς]], [[τρισσός]]˙ πρβλ. Σανσκρ. tri, tra-yas (tres), tris, (ter)˙ Λατ. tres, tria, terϏ Σλαυ. tri, tri-jeϏ Λιθ. trýs ([[τρεῖς]])˙ Ἀρχ. Ἰρλανδ. tri (tres)˙ - Ζενδ. thri (tres)˙- Γοτθ. thri, threis, οὐδ. thrijaϏ Ἀρχ. Σκανδ. drir˙Ϗ Ἀγγλο-Σαξον. drî˙ Ἀρχ. Γερμαν. drî (drei)˙ - πρὸς τὸ [[τρίτος]] (Αἰολ. τέρτος) πρβλ. Σανσκρ. trĭtiyas, Λατ. tertius, Σλαυ. tretii, Λιθ. tréczas, Ἀρχ. Ἰρλ. tris˙Ϗ Ζενδ. thritya, Γοτθ. thridja, κτλ.).
|lstext='''τρεῖς''': οἱ, αἱ, [[τρία]], τά˙ γεν. τριῶν˙ δοτ. τρισί, καὶ ἐν Ἱππώνακτ. Ἀποσπ. 8. [[τριοῖσι]] (ὡς δυοῖσι Ἰωνικ. ἀντὶ δυσί)˙ αἰτ. [[τρεῖς]], [[τρία]]˙ περὶ τῆς [[ποικιλίας]] τῆς κλίσεως ἐν τοῖς συνθέτοις ἴδε Λοβέκ. εἰς Φρύνιχ. 108. Τρεῖς, Ὅμηρ., κλπ., [[τρία]] ἔπη, [[παροιμία]] παρὰ Πινδ. ἐν Ν. 7. 71, [[ἔνθα]] ἴδε Σχολιαστάς,- [[διότι]] ἐξ ἀρχαιοτάτων χρόνων ὁ [[ἀριθμὸς]] [[τρία]] ἦτο ἱερὸς καὶ εὐοίωνος, [[μάλιστα]] παρὰ τοῖς Πυθαγορείοις (πρβλ. [[τριάς]]), Ἀριστ. π. Οὐραν. 1. 1, 2˙ οὕτω, τῶν τριῶν μίαν λαβεῖν εὔσοιαν Σοφ. Ἀποσπ. 124˙ εἰ καὶ τῶν τριῶν ἓν οἴσομαι [[αὐτόθι]] 754, πρβλ. σωτὴρ Ι. 2, καὶ ἴδε Πίνακ. Κωμικ. Ἀποσπ. σ. 1062˙- περὶ τῆς φράσεως διὰ τριῶν, ἴδε [[τριάζω]]˙ πρβλ. [[ὡσαύτως]] [[τριτόσπονδος]]. (Ἐκ τῆς √ ΤΡΙ παράγονται ὡταύτως τὰ [[τρίς]], [[τρισσός]]˙ πρβλ. Σανσκρ. tri, tra-yas (tres), tris, (ter)˙ Λατ. tres, tria, terϏ Σλαυ. tri, tri-jeϏ Λιθ. trýs ([[τρεῖς]])˙ Ἀρχ. Ἰρλανδ. tri (tres)˙ - Ζενδ. thri (tres)˙- Γοτθ. thri, threis, οὐδ. thrijaϏ Ἀρχ. Σκανδ. drir˙Ϗ Ἀγγλο-Σαξον. drî˙ Ἀρχ. Γερμαν. drî (drei)˙ - πρὸς τὸ [[τρίτος]] (Αἰολ. τέρτος) πρβλ. Σανσκρ. trĭtiyas, Λατ. tertius, Σλαυ. tretii, Λιθ. tréczas, Ἀρχ. Ἰρλ. tris˙Ϗ Ζενδ. thritya, Γοτθ. thridja, κτλ.).
}}
{{bailly
|btext=[[τρεῖς]], [[τρία]];<br /><i>gén.</i> τριῶν, <i>dat.</i> τρισί;<br /><i>numéral</i> trois.<br /><i><b>Étym.</b> lat.</i> tres, tria, etc.
}}
}}