3,277,206
edits
(6_1) |
(Bailly1_5) |
||
Line 12: | Line 12: | ||
{{ls | {{ls | ||
|lstext='''ὑποσκελίζω''': [[ἀνατρέπω]] τινὰ ὑποβάλλων τὸ [[σκέλος]] μου, «πεδικλώνω», [[καταρρίπτω]], Λατιν. supplantare, Δημ. 1258. 10· ὑπ. ἀλλήλους Λουκιαν. Ἀνάχ. 1· πολὺς γὰρ ([[οἶνος]] δηλ.) εἰς ἓν μικρὸν [[ἀγγεῖον]] χυθεὶς ὑποσκελίζει ῥᾷστα τοὺς πεπωκότας Εὔβουλος ἐν «Σεμέλῃ» 1. 12. - Παθ., Πλούτ. 2. 6Ε· ὁ [[πρέσβυς]] ἐκ μέθης ὑπεσκέλισται Ἀνθ. Πλαν. 307. 2) μεταφορ., ὑπ. καὶ ἀνατρέπων Πλάτ. Εὐθύδ. 278Β· ὑπ. καὶ συκοφαντεῖν Δημ. 273. 21. | |lstext='''ὑποσκελίζω''': [[ἀνατρέπω]] τινὰ ὑποβάλλων τὸ [[σκέλος]] μου, «πεδικλώνω», [[καταρρίπτω]], Λατιν. supplantare, Δημ. 1258. 10· ὑπ. ἀλλήλους Λουκιαν. Ἀνάχ. 1· πολὺς γὰρ ([[οἶνος]] δηλ.) εἰς ἓν μικρὸν [[ἀγγεῖον]] χυθεὶς ὑποσκελίζει ῥᾷστα τοὺς πεπωκότας Εὔβουλος ἐν «Σεμέλῃ» 1. 12. - Παθ., Πλούτ. 2. 6Ε· ὁ [[πρέσβυς]] ἐκ μέθης ὑπεσκέλισται Ἀνθ. Πλαν. 307. 2) μεταφορ., ὑπ. καὶ ἀνατρέπων Πλάτ. Εὐθύδ. 278Β· ὑπ. καὶ συκοφαντεῖν Δημ. 273. 21. | ||
}} | |||
{{bailly | |||
|btext=donner un croc-en-jambe ; <i>fig.</i> supplanter, duper.<br />'''Étymologie:''' [[ὑπό]], [[σκελίζω]]. | |||
}} | }} |