3,277,172
edits
(6_21) |
(Bailly1_5) |
||
Line 15: | Line 15: | ||
{{ls | {{ls | ||
|lstext='''ψαλτήριον''': τό, [[ὄργανον]] μουσικὸν ἔγχορδον ὡς ἡ [[μάγαδις]] ἢ [[νάβλα]], [[εἶδος]] «ἅρπης» ἢ «σαντουρίου», ψ. τρίγωνον Ἀριστ. Προβλ. 19. 23, 2, Ἀπολλόδ. παρ’ Ἀθην. 636F, Θεοφρ. περὶ Φυτ. Ἱστ. 5. 7, 6. ΙΙ. τὸ [[βιβλίον]] τῶν Ψαλμῶν, Ἀθαν. Ι. 232, Ἐπιφάν. ΙΙΙ, 244D, κλπ. | |lstext='''ψαλτήριον''': τό, [[ὄργανον]] μουσικὸν ἔγχορδον ὡς ἡ [[μάγαδις]] ἢ [[νάβλα]], [[εἶδος]] «ἅρπης» ἢ «σαντουρίου», ψ. τρίγωνον Ἀριστ. Προβλ. 19. 23, 2, Ἀπολλόδ. παρ’ Ἀθην. 636F, Θεοφρ. περὶ Φυτ. Ἱστ. 5. 7, 6. ΙΙ. τὸ [[βιβλίον]] τῶν Ψαλμῶν, Ἀθαν. Ι. 232, Ἐπιφάν. ΙΙΙ, 244D, κλπ. | ||
}} | |||
{{bailly | |||
|btext=ον (τό) :<br />instrument à cordes, sorte de harpe.<br />'''Étymologie:''' [[ψάλλω]]. | |||
}} | }} |