3,274,447
edits
(6_1) |
(Bailly1_5) |
||
Line 15: | Line 15: | ||
{{ls | {{ls | ||
|lstext='''φῠσιόω''': ([[φύσις]]) διαθέτω τινὰ κατὰ φύσιν, μετ’ ἀπαρεμφ., ὁ διὰ τῆς φαντασίας συνεθισμὸς φυσιοῖ πως ἡμᾶς πρὸς αὐτὰ ἔχειν ὡς πρὸς συνήθη Σιμπλίκ. εἰς Ἐπίκτ. 219. ― Παθ., πεφυσιωμένος, η, ον, ὁ γενόμενος [[φυσικός]], Ἀριστ. Κατηγ. 8. 3, πρβλ. Κλήμ. Ἀλεξ. 859. | |lstext='''φῠσιόω''': ([[φύσις]]) διαθέτω τινὰ κατὰ φύσιν, μετ’ ἀπαρεμφ., ὁ διὰ τῆς φαντασίας συνεθισμὸς φυσιοῖ πως ἡμᾶς πρὸς αὐτὰ ἔχειν ὡς πρὸς συνήθη Σιμπλίκ. εἰς Ἐπίκτ. 219. ― Παθ., πεφυσιωμένος, η, ον, ὁ γενόμενος [[φυσικός]], Ἀριστ. Κατηγ. 8. 3, πρβλ. Κλήμ. Ἀλεξ. 859. | ||
}} | |||
{{bailly | |||
|btext=<span class="bld">1</span>-ῶ :<br />rendre naturellement apte, disposer naturellement.<br />'''Étymologie:''' [[φύσις]].<br /><span class="bld">2</span>-ῶ :<br />enfler d’orgueil, de vanité.<br />'''Étymologie:''' [[φῦσα]]. | |||
}} | }} |