3,276,932
edits
(6_22) |
(Autenrieth) |
||
Line 15: | Line 15: | ||
{{ls | {{ls | ||
|lstext='''καταμάω''': -ῶ, ἐν χρήσει παρ’ Ὁμ. μόνον [[ἅπαξ]] ἐν τῷ μέσ. τύπῳ, [[συσσωρεύω]], [[συλλέγω]], [[συναθροίζω]], τήν ῥα (δηλ. τήν κόπρον) κυλινδόμενος κατᾰμήσατο χερσὶ ἑῇσιν Ἰλ. Ω. 165˙ τὸν χοῦν καταμήσονται ([[οὕτως]] ὁ Meineke ἀντὶ κατακοιμήσονται) Φερεκρ. ἐν «Μυρμ.» 6˙ [[μετὰ]] γεν., [[ἐπισωρεύω]] ἐπί τινος, καταμώμενοι τῆς κεφαλῆς κόνιν Ἰωσήπ. Ἰουδ. Πόλ. 2. 21, 3˙ «ἐπιβαλών, ἐπικαταχέας» Σουΐδ. ΙΙ. ὁ Σοφ. ἔχει ἐνεργ., κατ’ αὖ νιν… νερτέρων ἀμᾷ [[κοπίς]] ([[οὕτως]] ὁ Jortin ἀντὶ τοῦ [[κόνις]]), κατακόπτει, θερίζει ὡς σῖτον (πρβλ. [[ἀμάω]]), Ἀντ. 601˙ πρβλ. Ἀπολλ. Ρόδ. Γ. 1187, Ἄρεως ἀμώοντος˙ ἂν διατηρήσωμεν τὴν γραφὴν [[κόνις]], τὸ καταμᾷ [[δέον]] νὰ ἑρμηνευθῇ ἐπικαλύπτει. Περὶ τῆς ποσότητος ἴδε [[ἀμάω]]. | |lstext='''καταμάω''': -ῶ, ἐν χρήσει παρ’ Ὁμ. μόνον [[ἅπαξ]] ἐν τῷ μέσ. τύπῳ, [[συσσωρεύω]], [[συλλέγω]], [[συναθροίζω]], τήν ῥα (δηλ. τήν κόπρον) κυλινδόμενος κατᾰμήσατο χερσὶ ἑῇσιν Ἰλ. Ω. 165˙ τὸν χοῦν καταμήσονται ([[οὕτως]] ὁ Meineke ἀντὶ κατακοιμήσονται) Φερεκρ. ἐν «Μυρμ.» 6˙ [[μετὰ]] γεν., [[ἐπισωρεύω]] ἐπί τινος, καταμώμενοι τῆς κεφαλῆς κόνιν Ἰωσήπ. Ἰουδ. Πόλ. 2. 21, 3˙ «ἐπιβαλών, ἐπικαταχέας» Σουΐδ. ΙΙ. ὁ Σοφ. ἔχει ἐνεργ., κατ’ αὖ νιν… νερτέρων ἀμᾷ [[κοπίς]] ([[οὕτως]] ὁ Jortin ἀντὶ τοῦ [[κόνις]]), κατακόπτει, θερίζει ὡς σῖτον (πρβλ. [[ἀμάω]]), Ἀντ. 601˙ πρβλ. Ἀπολλ. Ρόδ. Γ. 1187, Ἄρεως ἀμώοντος˙ ἂν διατηρήσωμεν τὴν γραφὴν [[κόνις]], τὸ καταμᾷ [[δέον]] νὰ ἑρμηνευθῇ ἐπικαλύπτει. Περὶ τῆς ποσότητος ἴδε [[ἀμάω]]. | ||
}} | |||
{{Autenrieth | |||
|auten=only aor. [[mid]]. καταμήσατο, had heaped [[upon]] [[himself]], Il. 24.165†. | |||
}} | }} |