Anonymous

πύρνον: Difference between revisions

From LSJ
Autenrieth
(6_22)
(Autenrieth)
Line 15: Line 15:
{{ls
{{ls
|lstext='''πύρνον''': τό, συντετμημέν. ἀντὶ πύρινον, ([[πύρινος]], πῦρός), ἄρτος [[σίτινος]], Ὀδ. Ο. 312., Ρ. 12, 362· [[μάλιστα]] δὲ ἐπὶ ἄρτου ἐξ ἀλεύρου [[μετὰ]] τῶν πιτύρων, πρβλ. Φιλήμ. Γραμμ. παρ’ Ἀθην. 114D. ΙΙ. [[καθόλου]] [[τροφή]], «πύρνοι ([[οὕτως]] ἀρσεν.)· ζειαὶ κνηστώδεις, ἢ ὁ κατειργασμένος [[σῖτος]], ἄλλοι [[χόρτος]], ἄλλοι μαγίδα. καὶ οὐδετέρως τὰ πύρνα»... «πύρνος· [[ψωμός]]», Ἡσύχ.· «πύρνος· τὸ [[ἀπόκλασμα]] τοῦ ἄρτου» Σουΐδ., κτλ.· φήγινον π., [[βάλανος]], Λυκόφρ. 482, πρβλ. 639· - [[ἐντεῦθεν]] [[πυρναῖος]].
|lstext='''πύρνον''': τό, συντετμημέν. ἀντὶ πύρινον, ([[πύρινος]], πῦρός), ἄρτος [[σίτινος]], Ὀδ. Ο. 312., Ρ. 12, 362· [[μάλιστα]] δὲ ἐπὶ ἄρτου ἐξ ἀλεύρου [[μετὰ]] τῶν πιτύρων, πρβλ. Φιλήμ. Γραμμ. παρ’ Ἀθην. 114D. ΙΙ. [[καθόλου]] [[τροφή]], «πύρνοι ([[οὕτως]] ἀρσεν.)· ζειαὶ κνηστώδεις, ἢ ὁ κατειργασμένος [[σῖτος]], ἄλλοι [[χόρτος]], ἄλλοι μαγίδα. καὶ οὐδετέρως τὰ πύρνα»... «πύρνος· [[ψωμός]]», Ἡσύχ.· «πύρνος· τὸ [[ἀπόκλασμα]] τοῦ ἄρτου» Σουΐδ., κτλ.· φήγινον π., [[βάλανος]], Λυκόφρ. 482, πρβλ. 639· - [[ἐντεῦθεν]] [[πυρναῖος]].
}}
{{Autenrieth
|auten=[[wheaten]] [[loaf]]. (Od.)
}}
}}