Anonymous

ἔξορκος: Difference between revisions

From LSJ
21
(6_18)
(21)
Line 15: Line 15:
{{ls
{{ls
|lstext='''ἔξορκος''': -ον, ὁ μεθ᾿ ὅρκου, ἒξορκος [[ἐπέσσεται]]... βοὰ κήρυκος ἐσθλοῡ Πίνδ. Ο. 13. 140.
|lstext='''ἔξορκος''': -ον, ὁ μεθ᾿ ὅρκου, ἒξορκος [[ἐπέσσεται]]... βοὰ κήρυκος ἐσθλοῡ Πίνδ. Ο. 13. 140.
}}
{{Slater
|sltr=[[ἔξορκος]] <br />&nbsp;&nbsp;&nbsp;<b>1</b> [[under]] [[oath]] met. [[ἀλαθής]] τέ μοι [[ἔξορκος]] [[ἐπέσσεται]] ἁδύγλωσσος βοὰ κάρυκος ἐσλοῦ (i. e. sealed by [[oath]] : contra Wil., 370&#774;{2}) (O. 13.99)
}}
}}