Anonymous

κτέανον: Difference between revisions

From LSJ
SL_2
m (Text replacement - "{{Slater\n(.*?)\n}}" to "")
(SL_2)
Line 18: Line 18:
{{bailly
{{bailly
|btext=ου (τό) :<br />bien, propriété <i>d’ord. au pl.</i><br />'''Étymologie:''' [[κτάομαι]].
|btext=ου (τό) :<br />bien, propriété <i>d’ord. au pl.</i><br />'''Étymologie:''' [[κτάομαι]].
}}
{{Slater
|sltr=<b>κτέᾰνον</b> ([[κτέανον]] voc.; κτεάνων, -άνοις, κτεάτεσσι, κτεάτεσσι, κτέατ(α).) <br />&nbsp;&nbsp;&nbsp;<b>1</b> [[possession]] χρυσέα [[φόρμιγξ]], Ἀπόλλωνος καὶ Μοισᾶν [[κτέανον]] (P. 1.2) esp. pl., [[goods]], κτεάνων δὲ χρυσὸς αἰδοιέστατος (O. 3.42) ὑγίεντα δ' εἴ [[τις]] ὄλβον ἄρδει, ἐξαρκέων κτεάτεσσι καὶ εὐλογίαν προστιθείς (O. 5.24) φιάλαν πάγχρυσον κορυφὰν κτεάνων (O. 7.4) εἰ γὰρ ὁ [[πᾶς]] [[χρόνος]] ὄλβον μὲν [[οὕτω]] καὶ κτεάνων δόσιν εὐθύνοι (P. 1.46) εἰ δέ [[τις]] [[ἤδη]] κτεάτεσσί τε καὶ περὶ τιμᾷ λέγει (P. 2.59) πατρῴας ἀπὸ γᾶς [[ἀπό]] τε κτεάνων (P. 4.290) κτεάνων [[φύλαξ]] ἐμῶν (P. 8.58) γλυκυτάτᾳ γενεᾷ εὐώνυμον κτεάνων κρατίσταν [[χάριν]] πορών (P. 11.58) [[ᾤχετο]] δὲ πρὸς θεόν, κτέατ' [[ἄγων]] [[Τροίαθεν]] ἀκροθινίων (v. l. κτέαν) (N. 7.41) [[ἐντί]] [[τοι]] φίλιπποί τ' [[αὐτόθι]] καὶ κτεάνων ψυχὰς ἔχοντες κρέσσονας [[ἄνδρες]] (N. 9.32) εἰ γὰρ [[ἅμα]] κτεάνοις πολλοῖς ἐπίδοξον [[ἄρηται]] [[κῦδος]] (N. 9.46) κτεάνων θ' [[ἅμα]] λειφθεὶς καὶ [[φίλων]] (I. 2.11) ]ἄστει κτεαν[ (Pae. 21.15) ]κτεάνω[ fr. 215b. 18. κτεάν[ων (supp. Lobel) P. Oxy. 2622, fr. 1. 1 ad ?fr. 346.
}}
}}