Anonymous

ἀδημιούργητος: Difference between revisions

From LSJ
big3_1
(6_18)
(big3_1)
Line 12: Line 12:
{{ls
{{ls
|lstext='''ἀδημιούργητος''': -ον, ὁ μὴ εἰργασμένος ὑπὸ ἐργατῶν, [[τραχύς]], [[ἀκατέργαστος]], [[ὠμός]], Διόδ. 3. 26. 2) ὁ μὴ πλασθείς, μὴ δημιουργηθείς, [[ἄκτιστος]], Ἐκκλ. - Ἐπίρρ. -ως, [[αὐτόθι]].
|lstext='''ἀδημιούργητος''': -ον, ὁ μὴ εἰργασμένος ὑπὸ ἐργατῶν, [[τραχύς]], [[ἀκατέργαστος]], [[ὠμός]], Διόδ. 3. 26. 2) ὁ μὴ πλασθείς, μὴ δημιουργηθείς, [[ἄκτιστος]], Ἐκκλ. - Ἐπίρρ. -ως, [[αὐτόθι]].
}}
{{DGE
|dgtxt=-ον<br /><b class="num">1</b> [[no creado]]de la Trinidad, Epiph.Const.<i>Haer</i>.76.50, cf. Procop.Gaz.M.87.32B<br /><b class="num">•</b>c. prep. ἀ. πρὸς ἀνάστασιν no creado para levantarse</i> de un elefante caído, D.S.3.27.<br /><b class="num">2</b> adv. -ως [[sin ser creado]] Didym.M.39.841B.
}}
}}