Anonymous

ἀδιάτμητος: Difference between revisions

From LSJ
big3_1
(6_18)
(big3_1)
Line 12: Line 12:
{{ls
{{ls
|lstext='''ἀδιάτμητος''': -ον, ὁ μὴ διατετμημένος εἰς τεμάχια, [[ἀδιαίρετος]], Ἐκκλ.
|lstext='''ἀδιάτμητος''': -ον, ὁ μὴ διατετμημένος εἰς τεμάχια, [[ἀδιαίρετος]], Ἐκκλ.
}}
{{DGE
|dgtxt=-ον<br /><b class="num">1</b> [[impenetrable]], [[que no puede atravesarse]] (ἱστία) χρή τισιν ἀδιατμήτοις περιβληθέντα κατατετάσθαι es preciso que sean extendidas (velas de barco) impregnadas con algunas substancias imposibles de atravesar (por los proyectiles)</i>, Aen.Tact.32.1.<br /><b class="num">2</b> [[indivisible]]de la naturaleza divina μονάς Gr.Nyss.<i>Tres dei</i> 41.3.<br /><b class="num">3</b> [[no quebrado]], [[no roto]] κελεύσας τοῖς δημίοις ἀδιατμήτους [[αὐτοῦ]] τὰς ἀγκύλας καταλειφθῆναι <i>A.Andr.Gr</i>.51.13.
}}
}}