Anonymous

ἄεμμα: Difference between revisions

From LSJ
big3_1
(6_21)
(big3_1)
Line 15: Line 15:
{{ls
{{ls
|lstext='''ἄεμμα''': τό, Ἐπ. ἀντὶ ἄμμα, νευρὰ τόξου ἢ τὸ [[τόξον]] αὐτό, Καλλ. εἰς Ἄρτ. 10. εἰς Ἀπόλλ. 33.
|lstext='''ἄεμμα''': τό, Ἐπ. ἀντὶ ἄμμα, νευρὰ τόξου ἢ τὸ [[τόξον]] αὐτό, Καλλ. εἰς Ἄρτ. 10. εἰς Ἀπόλλ. 33.
}}
{{DGE
|dgtxt=-ματος, τό<br />[[arco]] Call.<i>Dian</i>.10, τὸ ἄ. τὸ Λύκτιον Call.<i>Ap</i>.33, Philet.<i>Fr.Poet</i>.9.<br /><br /><b class="num">• Etimología:</b> Prob. es una forma artificialmente deriv. de [[ἅμμα]] q.u.
}}
}}