Anonymous

ἄθεστος: Difference between revisions

From LSJ
big3_1
(6_15)
(big3_1)
Line 12: Line 12:
{{ls
{{ls
|lstext='''ἄθεστος''': -ον, ([[θέσσασθαι]]) ὁ μὴ ἐπιδεχόμενος παράκλησιν, [[ἄκαμπτος]], περὶ τῶν Ἐρινύων, πρβλ. Meineke Ἑλλ. Κωμ. 3. 6. 8.
|lstext='''ἄθεστος''': -ον, ([[θέσσασθαι]]) ὁ μὴ ἐπιδεχόμενος παράκλησιν, [[ἄκαμπτος]], περὶ τῶν Ἐρινύων, πρβλ. Meineke Ἑλλ. Κωμ. 3. 6. 8.
}}
{{DGE
|dgtxt=-ον<br />[[inexorable]] Ἐρινύς <i>SHell</i>.1066 (pero cj. en ap. crít. ἀ<πό>θεστος).
}}
}}