Anonymous

ἀμφορίτης: Difference between revisions

From LSJ
big3_3
(6_4)
(big3_3)
Line 12: Line 12:
{{ls
{{ls
|lstext='''ἀμφορίτης''': ἀγὼν [ῑ], ὁ, ἀγὼν ἐν ᾧ οἱ ἀγωνιζόμενοι ἔτρεχον βαστάζοντες ἀμφορεῖς, τὸ δὲ [[ἆθλον]] ἦτο εἷς [[ἀμφορεύς]], Καλλίμ. (Ἀποσπ. 80) παρὰ τῷ Σχολιαστῇ τοῦ Πινδ. Ο. 7. 156· πρβλ. Μυλλέρ. Αἰγινητ. Σ. 24, καὶ ἴδε τὴν λέξ. [[ὑδρία]]. - Ἐν τῷ Ἐτυμολ. Μ. 95. 3 εὕρηται καὶ [[ἀμφιφορίτης]].
|lstext='''ἀμφορίτης''': ἀγὼν [ῑ], ὁ, ἀγὼν ἐν ᾧ οἱ ἀγωνιζόμενοι ἔτρεχον βαστάζοντες ἀμφορεῖς, τὸ δὲ [[ἆθλον]] ἦτο εἷς [[ἀμφορεύς]], Καλλίμ. (Ἀποσπ. 80) παρὰ τῷ Σχολιαστῇ τοῦ Πινδ. Ο. 7. 156· πρβλ. Μυλλέρ. Αἰγινητ. Σ. 24, καὶ ἴδε τὴν λέξ. [[ὑδρία]]. - Ἐν τῷ Ἐτυμολ. Μ. 95. 3 εὕρηται καὶ [[ἀμφιφορίτης]].
}}
{{DGE
|dgtxt=-ου, ὁ<br /><br /><b class="num">• Alolema(s):</b> [[ἀμφιφορίτης]] <i>EM</i> 1225<br /><br /><b class="num">• Prosodia:</b> [-ῑ-]<br /><b class="num">1</b> [[carrera de portadores de ánforas]] llamada tb. Ὑδροφόρια Call.<i>Dieg</i>.8.21 (<i>Fr</i>.198), cf. Sch.Pi.<i>O</i>.7.156b, <i>EM</i> l.c.<br /><b class="num">2</b> adj. [[guardado en ánforas]], [[de ánfora]] ([[ἔλαιον]]) <i>PSI</i> 535.31 (III a.C.).
}}
}}