Anonymous

ἀνυστικός: Difference between revisions

From LSJ
big3_5
(6_10)
(big3_5)
Line 15: Line 15:
{{ls
{{ls
|lstext='''ἀνυστικός''': -ή, -όν, [[συντελεστικός]], [[ἀποτελεσματικός]], [[μεγάλως]] συντελῶν, [[ταχύς]], [[ὁρμητικός]], Ἀριστ. Φυσιογν. 6. 44. - Συγκρ. - ώτερος Πολύβ. 8. 5, 3· πρβλ. [[ἀνυτικός]].
|lstext='''ἀνυστικός''': -ή, -όν, [[συντελεστικός]], [[ἀποτελεσματικός]], [[μεγάλως]] συντελῶν, [[ταχύς]], [[ὁρμητικός]], Ἀριστ. Φυσιογν. 6. 44. - Συγκρ. - ώτερος Πολύβ. 8. 5, 3· πρβλ. [[ἀνυτικός]].
}}
{{DGE
|dgtxt=-ή, -όν<br />[[efectivo]], [[práctico]] τὸ μακρὰ βαίνειν ἀνυστικόν Arist.<i>Phgn</i>.813<sup>a</sup>4, μία ψυχὴ τῆς ἁπάσης ἐστὶ πολυχειρίας ... ἀνυστικωτέρα Plb.8.3.3, cf. Archig. en Gal.8.154, [[εἶδος]] διαιρέσεως ... ἀνυστικώτατον εἰς εὕρεσιν Longin.<i>Rh</i>.p.182<br /><b class="num">•</b>subst. τὸ ἀνυστικόν: πομπικός ἐστι πέρα τοῦ ἀνυστικοῦ καὶ χρησίμου D.H.<i>Imit</i>.6.5.p.211.
}}
}}