Anonymous

διάσφιγξις: Difference between revisions

From LSJ
big3_11
(6_8)
(big3_11)
Line 12: Line 12:
{{ls
{{ls
|lstext='''διάσφιγξις''': -εως, ἡ, ἰσχυρὸν σφίξιμον, Ἀρετ. π. Θερ. Ὀξ. Παθ. 2. 2.
|lstext='''διάσφιγξις''': -εως, ἡ, ἰσχυρὸν σφίξιμον, Ἀρετ. π. Θερ. Ὀξ. Παθ. 2. 2.
}}
{{DGE
|dgtxt=-εως, ἡ<br />medic. [[compresión]], [[sujeción]] mediante vendajes [[διακράτησις]] καὶ δ. Sor.119.25, παραληπτέον διάσφιγξιν hay que emplear la sujeción</i> Herod.Med. en Orib.10.18.1, cf. 4, Antyll. en Orib.7.9.2, 3, 4, 6 ὅκως ἡ δ. κραταιὴ μὲν ᾖ para que la sujeción sea fuerte</i> Aret.<i>CA</i> 2.2.5, τῇ διασφίγξει τοῦ τραχήλου χρησάμενοι Paul.Aeg.6.5, τῶν ἄκρων Anon.Med.<i>Acut.Chron</i>.5.2.2.
}}
}}