Anonymous

ἐξαυλακίζω: Difference between revisions

From LSJ
big3_15
(6_4)
(big3_15)
Line 15: Line 15:
{{ls
{{ls
|lstext='''ἐξαυλᾰκίζω''': «’ξαυλακίζω», Ἰω. Λυδ. π. Ἀρχ. τῆς Ρωμ. Πολ. 2. 8., 3. 65.
|lstext='''ἐξαυλᾰκίζω''': «’ξαυλακίζω», Ἰω. Λυδ. π. Ἀρχ. τῆς Ρωμ. Πολ. 2. 8., 3. 65.
}}
{{DGE
|dgtxt=[[derramar]], [[verter]] μηκέτι χωροῦντος τοῦ στόματος, χειμάρρου δὲ δίκην ἐξαυλακίζοντος τὴν ἑστίαν Lyd.<i>Mag</i>.3.65, fig. ἡ ὕπατος τιμὴ ... πλοῦτόν τε βαθὺν ... νιφάδων δίκην ἐξαυλακίζει τοῖς πολίταις la dignidad consular derrama gran riqueza sobre los ciudadanos a la manera de copos de nieve</i> Lyd.<i>Mag</i>.2.8.
}}
}}