Anonymous

ἔγχυλος: Difference between revisions

From LSJ
big3_13
(6_17)
(big3_13)
Line 15: Line 15:
{{ls
{{ls
|lstext='''ἔγχῡλος''': -ον, ὁ ἔχων ἐν ἑαυτῷ χυλόν, τὰ ὄσπρια θερίζουσιν ἐγχυλότερα καὶ πρὸς τὸ δύνασθαι συλλέγειν, ξηρανθέντα γὰρ διαρρεῖ Θεοφρ. π. Φυτ. Αἰτ. 4. 13, 3: «ζουμερὸς» [[γευστικός]], ἐν ἀντιθέσει πρὸς τὸ ἀπεξηραμμένος, τὰ κρεάδι’ ἔσται τ’ οὐκ ἀπεξηραμμένα, ἔγχυλα δ’ ἀτρεμεὶ καὶ δροσώδη Ἄλεξ. ἐν «Λέβητι» 5. 12. - Ἐπίρρ. -λως Ἀρχιγ. παρὰ Γαλην. 8. σ. 156.
|lstext='''ἔγχῡλος''': -ον, ὁ ἔχων ἐν ἑαυτῷ χυλόν, τὰ ὄσπρια θερίζουσιν ἐγχυλότερα καὶ πρὸς τὸ δύνασθαι συλλέγειν, ξηρανθέντα γὰρ διαρρεῖ Θεοφρ. π. Φυτ. Αἰτ. 4. 13, 3: «ζουμερὸς» [[γευστικός]], ἐν ἀντιθέσει πρὸς τὸ ἀπεξηραμμένος, τὰ κρεάδι’ ἔσται τ’ οὐκ ἀπεξηραμμένα, ἔγχυλα δ’ ἀτρεμεὶ καὶ δροσώδη Ἄλεξ. ἐν «Λέβητι» 5. 12. - Ἐπίρρ. -λως Ἀρχιγ. παρὰ Γαλην. 8. σ. 156.
}}
{{DGE
|dgtxt=-ον<br /><b class="num">I</b> <b class="num">1</b>de alimentos [[jugoso]], [[que contiene líquido]] σιτία λίαν ἔγχυλα Hp.<i>Int</i>.20, ὑγραίνει διὰ τὸ ἔγχυλον εἶναι Hp.<i>Vict</i>.2.55, de bayas, Thphr.<i>CP</i> 6.6.4, ῥίζαι Thphr.<i>CP</i> 6.11.15<br /><b class="num">•</b>de donde [[tierno]], [[jugoso]], [[suculento]] en sent. gastron. κρεΐσκον ... ὕειον Alex.194, ref. al punto culinario de cocción τὰ κρεᾴδια ... οὐκ ἀπεξηραμμένα, ἔγχυλα δ' Alex.129.11, cf. Dieuch.17.12, ὁ ἰχθύς D.S.3.18, cf. Agatharch.40<br /><b class="num">•</b>de los huevos pasados por agua [[blando]] ἔτ' ἐγχύλων ὄντων Gal.6.707<br /><b class="num">•</b>[[tierno]], [[jugoso]], [[verde]] de legumbres todavía no desecadas, Thphr.<i>CP</i> 4.12.11, 13.3, κλάδος D.S.3.24, cf. 16.7.<br /><b class="num">2</b> de residuos [[imbuido de líquido]], [[muy fluido]] τὰ διαχωρητικὰ Hp.<i>Aff</i>.59.<br /><b class="num">II</b> en la teoría de las sensaciones [[que tiene en sí χυλός como soporte del sabor]], [[sápido]] de minerales ἔγχυλα φαίνεται καὶ ὀσμώδη Thphr.<i>CP</i> 6.3.2, cf. 6.5, 17.6.<br /><b class="num">III</b> adv. -ως medic. [[a modo de líquido o fluido]], [[como conteniendo un líquido]] διασεσαγμένη ἐ. la incidencia de la arteria en el pulso hinchada como conteniendo un líquido</i> Archig. en Gal.8.509, τῷ τε ἄρτῳ ... χρηστέον ἐκ τῶν βελτίστων πυρῶν ... ἐ. δ' ὠπτημένων Orib.45.29.53.
}}
}}