Anonymous

διανακλάομαι: Difference between revisions

From LSJ
big3_11
(6_20)
(big3_11)
Line 12: Line 12:
{{ls
{{ls
|lstext='''διανακλάομαι''': παθ., ἐντελῶς ἀντανακλῶμαι, Ἀριστ. Προβλ. 23. 23.
|lstext='''διανακλάομαι''': παθ., ἐντελῶς ἀντανακλῶμαι, Ἀριστ. Προβλ. 23. 23.
}}
{{DGE
|dgtxt=[[reflejarse]] τῷ διανακλᾶσθαι ἀθρόον τὴν ὄψιν ... πρὸς τὸ φῶς Arist.<i>Pr</i>.934<sup>a</sup>22.
}}
}}