3,277,206
edits
(6_19) |
(big3_3) |
||
Line 12: | Line 12: | ||
{{ls | {{ls | ||
|lstext='''ἀλύτης''': -ου, ὁ, ὁ κατὰ τοὺς Ὀλυμπιακοὺς ἀγῶνας φυλάττων τὴν τάξιν, «Ἠλεῖοι... τοὺς ῥαβδοφόρους ἢ μαστιγοφόρους παρὰ τοῖς ἄλλοις καλουμένους, ἀλύτας καλοῦσι», Ἐτυμ. Μ. 72. 12, Λατ. lictor: ὁ ἄρχων αὐτῶν ἐκαλεῖτο ἀλυτάρχης, καὶ [[ἔργον]] [[αὐτοῦ]] ἦτο νὰ φροντίζῃ περὶ τῆς εὐκοσμίας ἐν γένει τῶν ἀγώνων, Λουκ. Ἑρμότ. 40, Συλλ. Ἐπιγρ. 3170: εὕρηται καὶ ἀλύταρχος, Μαλ. 417. | |lstext='''ἀλύτης''': -ου, ὁ, ὁ κατὰ τοὺς Ὀλυμπιακοὺς ἀγῶνας φυλάττων τὴν τάξιν, «Ἠλεῖοι... τοὺς ῥαβδοφόρους ἢ μαστιγοφόρους παρὰ τοῖς ἄλλοις καλουμένους, ἀλύτας καλοῦσι», Ἐτυμ. Μ. 72. 12, Λατ. lictor: ὁ ἄρχων αὐτῶν ἐκαλεῖτο ἀλυτάρχης, καὶ [[ἔργον]] [[αὐτοῦ]] ἦτο νὰ φροντίζῃ περὶ τῆς εὐκοσμίας ἐν γένει τῶν ἀγώνων, Λουκ. Ἑρμότ. 40, Συλλ. Ἐπιγρ. 3170: εὕρηται καὶ ἀλύταρχος, Μαλ. 417. | ||
}} | |||
{{DGE | |||
|dgtxt=-ου, ὁ<br /><br /><b class="num">• Alolema(s):</b> tb. [[ἀλλύτης]] Ἀρχ.Ἐφ. 1905.255 (Olimpia III d.C.)<br />[[policía]] en los juegos Olímpicos <i>IO</i> 483, cf. <i>EM</i> 960.<br /><br /><b class="num">• Etimología:</b> Tal vez de *Ϝαλυτᾱς ‘portador de un garrote’, si es correcta la aproximación a gót. <i>walus</i> ‘garrote’; cf. lat. <i>uallus</i> ‘palo’. | |||
}} | }} |