Anonymous

ἀκαταπράϋντος: Difference between revisions

From LSJ
big3_2
(6_18)
(big3_2)
Line 12: Line 12:
{{ls
{{ls
|lstext='''ἀκαταπράϋντος''': -ον, ὃν δὲν δύναταί τις νὰ καταπρΰνῃ, Σχόλ. εἰς Σοφ. Τρ. 999.
|lstext='''ἀκαταπράϋντος''': -ον, ὃν δὲν δύναταί τις νὰ καταπρΰνῃ, Σχόλ. εἰς Σοφ. Τρ. 999.
}}
{{DGE
|dgtxt=-ον<br />[[incontenible]], [[que no se puede aplacar]]de un sentimiento glos. a [[ἀκήλητος]] Sch.S.<i>Tr</i>.999P.<br /><b class="num">•</b>[[implacable]], <i>Gloss</i>.2.222.
}}
}}